ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ
ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ

ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΟΥΣ

ΕΚΚΛΗΣΙΑΖΟΥΣΑΙ

ΠΑΡΑΦΡΑΣΙΣ ΕΜΜΕΤΡΟΣ
ΠΟΛ. Τ. ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
(POL ARCAS)

ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ
ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΦΕΞΗ
1910
Δ Η Λ Ω Σ I Σ

Απαγορεύεται η από σκηνής διδασκαλία των υπ' εμού παραφρασθεισών
κωμωδιών του Αριστοφάνους, άνευ της εγγράφου αδείας μου, συμφώνως προς
τον νόμον ΓΥΠΓ' (υπ' αριθ. 3483 της 11 Δεκεμβρίου 1909.

ΠΟΛ. Τ. ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ

Το έργον τούτο αποτελεί ειδικώς σάτυραν της αθηναϊκής Βουλής και της
πολιτικής διοικήσεως εν Αθήναις, παριστών τας γυναίκας ως
αναλαμβανούσας την διοίκησιν των κοινών προς επανόρθωσιν των κακών
κειμένων. Σατυρίζεται ταυτοχρόνως η πλατωνική πολιτεία και αι περί
κοινογαμίας και κοινοκτημοσύνης θεωρίαι.

ΠΡΟΣΩΠΑ

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ γυνή Αθηναία
ΜΕΡΙΚΑΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ (Α, Β, Γ, Δ, Ε, Ζ, Η, θ, I, κλπ.)
ΧΟΡΟΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
ΒΛΕΠΥΡΟΣ σύζυγος της Πραξαγόρας
ΑΝΗΡ [ΓΕΙΤΩΝ] (του Βλεπύρου)
ΧΡΕΜΗΣ πολίτης Αθηναίος
Ο ΚΑΤΑΘΕΙΣ (ΑΝΗΡ Α')
Ο ΜΗ ΚΑΤΑΘΕΙΣ (ΑΝΗΡ Β')
ΚΗΡΥΞ
ΜΕΡΙΚΑΙ ΓΡΑΙΑΙ (Α', Β', Γ')
ΝΕΑΝΙΣ
ΝΕΑΝΙΑΣ
ΘΕΡΑΠΑΙΝΑ (του Βλεπύρου)
ΔΕΣΠΟΤΗΣ (όστις δύναται να ήνε και ο Βλέπυρος)
ΠΡΟΣΩΠΑ ΒΩΒΑ
ΣΙΜΩΝ & ΠΑΡΜΕΝΩΝ κομίζοντες τα σκεύη του Καταθέντος. (Μέρος Β')
ΑΥΛΗΤΗΣ (Μέρος Δ')
ΓΕΡΩΝ διαβάτης (Μέρος Δ').

[Η παράφρασις αύτη των «Εκκλησιαζουσών» εδιδάχθη το πρώτον εις το
θέατρον της «Νέας Σκηνής» την 11 Αυγούστου 1904].

ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΟΥΣ
"ΕΚΚΔΗΣΙΑΖΟΥΣΑΙ"

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟΝ

[Η σκηνή παριστά οδόν απόκεντρον και σκοτεινήν. Οικίαι τινές χαμηλαί
φαίνονται κατά σειράν, εξ απόψεως δε η Ακρόπολις μετά του Παρθενώνος.
Είνε νυξ].

ΣΚΗΝΗ Α'.


ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ εξέρχεται μετά προφυλάξεως εκ της οικίας της, κρατούσα
λύχνον ανημμένον, τον οποίον τοποθετεί επί τινος λίθου και ομιλεί προς
αυτόν: {1}

Ώ φως λαμπρό του λύχνου μου! — που στον τροχό τον πλάσανε,
και ύστερα ψηλά ψηλά στο σπίτι τον κρεμάσανε!
Λύχνε, θα ειπώ την τύχη σου και την καταγωγή:
Βγαλμένος από τον τροχό, που ζύμωσε τη γη,
χύνεις αχτίνες λαμπερές, κ' η [λαδερή σου] μύτη
λαβαίνει όλες της τιμές του Ήλιου μέσ' στο σπίτι.
Λοιπόν το φως σου χύνε
'ς ό,τι μαζύ σου είνε.
Τα μυστικά μας έχουμε και όλα τα κρυμμένα
'ς εσέ φανερωμένα,—
γιατί ποτέ δεν κρύψαμε απ' το δικό σου μάτι
της στάσεις, που λαβαίνουμε απάνω στο κρεββάτι,
ούτε μπορέσαμε ποτέ μέσ' στα κρυφά μας δώματα,
να κρύψουμ' από το μάτι σου τα ντούρα μας τα σώματα,
και κάθε μας κρυφή μεριά φωτίζεις μοναχός σου,
και όπου τρίχες μας ανθούν, γυαλοκοπούν στο φως σου.
Κι' όταν, από τους άνδρες μας κρυφά, στης αποθήκες
πάμε για φρούτα και κρασί, πάντα μπροστά μας βγήκες,
και μολονότι εγκληματείς μαζύ μας τόσους χρόνους,
ποτέ δεν το μαρτύρησες, λυχνάρι, στους γειτόνους!
Γι' αυτό θα μάθης σήμερα, [αγαπητό καντήλι μου],
ό,τι εσυμφωνήσαμε εγώ και κάθε φίλη μου
στων Σκίρων την πανήγυρι. . . Μα [βλέπω ερημιά],
κι' απ' όσες καρτερώ ναρθούν, δεν φαίνεται καμμιά. . .
Κοντεύει όμως η αυγή,
και είνε χρέος η Βουλή πρωί πρωί να βγη. . .
Και πρέπει να προφθάσουμε
της έδρες τους να πιάσουμε,
—που κάποτ' ο Φυρόμαχος είπε γι' αυτές, πως «πρέπει
η πόρνες όταν κάθωνται κανείς να μη της βλέπη».
Τι να συμβαίνη άρα γε; μήπως δεν είχαν έννοια
να ράψουνε τα γένεια,
που είπαμε να φέρνουμε, ή μήπως δεν μπορούνε
να κλέψουν τα φορέματα, που οι άνδρες τους φορούνε;
Μα βλέπω ένα φως εκεί που φθάνει γάλι-γάλι·
μήπως είν' άνδρας πούρχετ

...

BU KİTABI OKUMAK İÇİN ÜYE OLUN VEYA GİRİŞ YAPIN!


Sitemize Üyelik ÜCRETSİZDİR!